Με κλειστά σχολεία λόγω πανδημίας, ένα μικρό διαδικτυακό αφιέρωμα, για την επέτειο του Πολυτεχνείου στην ιστοσελίδα μας.

Επιμέλεια υλικού: Παπαδημητρίου Ξανθή (Φιλόλογος)

Στη μνήμη αυτών που χάθηκαν, όσοι κι αν είναι αυτοί, και ότι κι αν έχασαν, τα νιάτα τους ή τη ζωή τους ολόκληρη…


Μήνυμα της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων

Αγαπητές μαθήτριες, αγαπητοί μαθητές και εκπαιδευτικοί,

Η σημερινή ημέρα είναι ημέρα μνήμης και τιμής του αγώνα για τρία θεμελιώδη αγαθά που προαπαιτούνται για κάθε ανάπτυξη και πρόοδο.

ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.

Το σύνθημα των φοιτητών που, πριν από 47 χρόνια, προασπιζόμενοι τα ιδανικά τους, αψήφησαν τις απειλές του δικτατορικού καθεστώτος, όρθωσαν το ανάστημά τους και έγιναν η φωνή όλων των πολιτών που προσδοκούσαν την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, παραμένει πάντα επίκαιρο. Το Πολυτεχνείο, ένα από τα αρχαιότερα Πανεπιστήμια της χώρας μας, έγινε σύμβολο αντίστασης στη Χούντα, στη φίμωση της ελεύθερης έκφρασης, στην καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών ενός ολόκληρου λαού. Η μάχη για τις αξίες, τα οράματα, για το δικαίωμα σε ένα καλύτερο αύριο, υπό διαφορετικές συνθήκες κάθε φορά, συνεχίζεται αδιάκοπα.

Τους τελευταίους εννιά μήνες αγωνιζόμαστε καθημερινά, όλοι μαζί σαν εκπαιδευτική κοινότητα, εν μέσω μίας πρωτόγνωρης, παγκόσμιας πανδημίας, για να συνεχιστεί όσο το δυνατό πιο απρόσκοπτα η μαθησιακή διαδικασία. Και θα συνεχίσουμε για όσο χρειαστεί.

Όπλο όλων μας: η δίψα για μάθηση και για πρόοδο, και σύμμαχός μας σε αυτή τη μάχη η τεχνολογία. Η εκπαιδευτική κοινότητα είναι πάντοτε πρωτοπόρα στους αγώνες για ένα πιο φωτεινό μέλλον. Έτσι και σήμερα, δείχνετε το δρόμο. Οι εκπαιδευτικοί που καθημερινά, αξιοποιώντας με μεράκι κάθε δυνατότητα, μάχεστε με περίσσια υπομονή και επιμονή, προκειμένου να διδάξετε τα παιδιά μας και να τους δώσετε τα εφόδια για το αύριο. Που τα στηρίζετε προκειμένου να εξοικειωθούν με τη νέα πραγματικότητα που συνεπάγεται η πρωτοφανής παγκόσμια υγειονομική κρίση που βιώνουμε. Κι εσείς οι μαθητές, που υπό αντίξοες συνθήκες αγωνίζεστε για το δικαίωμά σας στη γνώση και την ελπίδα.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, κορυφαίο σύμβολο αντίστασης και αγώνα, ξεκίνησε από το χώρο της Παιδείας, για την Παιδεία, αλλά πρωτίστως για τη Δημοκρατία. Ο φετινός εορτασμός της επετείου του Πολυτεχνείου θα είναι διαφορετικός από άλλες χρονιές. Μας εμπνέουν όμως πάντοτε τα ιδεώδη και η πλούσια κληρονομιά των ηρώων του Πολυτεχνείου, και μας γεμίζουν δύναμη και αποφασιστικότητα για όλα εκείνα για τα οποία αξίζει να μαχόμαστε καθημερινά.


Εισαγωγή – Στη Συγκέντρωση της ΕΦΕΕ (Διονύση Σαββόπουλου)


Γράφτηκαν ιστορίες και μύθοι

είπαν αλήθειες και καημούς

και γονατίσανε τα πλήθη

μπροστά σε μνήμη από χαμούς.

Περιγραφή πολιορκίας

ονόματα και αριθμοί

η μνήμη αυτής της ιστορίας

ένα τραγούδι που θρηνεί.

Πέρασαν μες στην ιστορία

χωρίς να το ’χουνε σκοπό

και ζήσανε την αγωνία

το αίμα και τον πανικό.

Λένε νεκρούς και τραυματίες

τους φίλους τους πιο καρδιακούς

άγραφτες χίλιες ιστορίες

και σημαδεύουν του καιρούς.

Χρονικό

21 Απριλίου 1967

Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος «έβαλε την Ελλάδα στον γύψο», ξεκινώντας μια επταετία κατά την οποία η στρατιωτική δικτατορία θα καταργούσε όλες τις πολιτικές ελευθερίες και οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια και οι εξορίες θα γίνονταν καθημερινό φαινόμενο για κάθε  Έλληνα. Αποκορύφωμα της αντίστασης ενάντια στη Χούντα θεωρείται το Πολυτεχνείο. Η κατάληψη της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών τον Μάρτιο του 1973 και η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 έσπασαν τον «γύψο» του φόβου που είχε αιχμαλωτίσει τους Έλληνες και συντέλεσαν εν μέρει στην πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της δημοκρατίας δίνοντας ελπίδα στον λαό.

Ποίημα: Σώπα (Αζίζ Νεσίν)

Σώπα, μη μιλάς , είναι ντροπή
σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
“Σώπα”.

Στο σχολείο μου κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε: “Εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!”

Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
“Κοίτα μην πεις τίποτα, σσσσ…. Σώπα!”

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου,
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο:
“Τι σε νοιάζει εσένα;”, μου λέγανε,
“θα βρεις το μπελά σου, σώπα”.

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι:
“Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα”

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά,
η γυναίκα μου ήταν τίμια κι εργατική και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε: “Σώπα”.

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε:
“Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα!”
Μπορεί να μην είχαμε με δ’ αυτούς γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γείτονες, μας ένωνε όμως, το “σώπα”.

“Σώπα” ο ένας, “σώπα” ο άλλος, “σώπα” οι επάνω, “σώπα” οι κάτω,
“σώπα” όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
“Σώπα” οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του “σώπα”.
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη ,αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ.
Εύκολα, μόνο με το “σώπα”.
Μεγάλη τέχνη αυτό το “σώπα”.

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν’ την να σωπάσει.
Κόψ’ την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις απο το βραχνά να μιλάς,
χωρίς να μιλάς να λες “έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς.
Αχ! Πόσο θα ‘θελα να μιλήσω ο κερατάς.”

Και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς ,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.

Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ’ την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις. Κόψε τη γλώσσα σου.

Για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου.
Ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα ‘ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο,
με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει: ΜΙΛΑ….!

Αρνιέμαι (Τραγούδι)

Το τραγούδι γράφτηκε για τη θεατρική παράσταση του Ιάκωβου Καμπανέλλη “Εχθρός Λαός” το 1975.


Χρονικό της Σχολής Πολυτεχνείου.

Χρονικό ενός αγώνα που κράτησε τρία ολόκληρα εικοσιτετράωρα και σημάδεψε τη ζωή μας. Χρονικό μιας εποχής συγκεκριμένης.

Έτος 1973. Τόπος Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα: Αθήνα. Ακόμα πιο συγκεκριμένα: Νοέμβριος στην Αθήνα. Χώρος επώνυμος: Πολυτεχνείο. Ημέρες τρεις.

Τετάρτη 14 Νοέμβρη 1973

Εκατοντάδες φοιτητές της Αθήνας καταλαμβάνουν το Πολυτεχνείο.

Σύνθημά τους: Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία, Εθνική Ανεξαρτησία

Συγκροτείται Συντονιστική Επιτροπή απ΄ όλες τις σχολές για να αποφασίσουν τη συνέχεια του αγώνα. Από υλικά που βρίσκουν στις αίθουσες κατασκευάζουν έναν μικρό ραδιοφωνικό πομπό, ο οποίος εκπέμπει στους 1050 χιλιόκυκλους. Από τον πομπό αυτόν και τα μεγάφωνα που στήνουν στο προαύλιο μεταδίδουν συνθήματα και τραγούδια.

Από νωρίς το απόγευμα επικρατεί ένας ηλεκτρισμένος διάχυτος πανικός στους δρόμους, στα βιαστικά βήματα των περαστικών, στα γεμάτα καφενεία. Μισόλογα και γρήγορες κοφτές κινήσεις. Αποφάσεις που παίρνονται σε μια μόνο στιγμή μέσα.

Ποίημα (1050 χιλιόκυκλοι) της Κωστούλας Μητροπούλου

“Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!”
Αυτή η φωνή που τρέμει στον αέρα,
δεν σού ’στειλε ένα μήνυμα μητέρα,
αυτή η φωνή δεν ήτανε του γιού σου,
ήταν φωνές χιλιάδες του λαού σου.

“Εδώ Πολυτεχνείο ,εδώ Πολυτεχνείο!”
Μιλάει ένα κορίτσι κι ένα αγόρι,
εκπέμπουνε τραγούδι μοιρολόι,
χίλιες πενήντα αντένες η λαχτάρα,
σε στόματα μανάδων η κατάρα.

Και τα κορίτσια και τ’ αγόρια που μιλούσαν,
τρεις μέρες και τρεις νύχτες δεν μετρούσαν,
δοκίμαζαν τις λέξεις με αγωνία,
κι αλλάζανε ρυθμό στην ιστορία.

“Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!”
Γραμμένα μένουν τα ονόματα στο αρχείο,
δεν αναφέρονται οι νεκροί που είναι στο ψυγείο,
λένε πως είναι τέσσερις κι είναι εκατό οι μανάδες,
πρώτα σκοτώθηκε η φωνή και σώπασαν χιλιάδες.

Πέμπτη 15 Νοέμβρη 1973

Η κατάληψη αποτελεί πόλο έλξης τού λαού της Αθήνας που αρχίζει να συρρέει στο Πολυτεχνείο. Μπροστά από την κύρια πύλη και τους γύρω δρόμους μαζεύονται δεκάδες χιλιάδες λαού αλλά και μαθητές που έρχονται κατευθείαν από τα σχολεία τους. Ως τις 9.30 το βράδυ η κατάληψη έχει πυκνώσει ενώ ο λαός φωνάζει αντιαμερικανικά και αντιχουντικά συνθήματα. Οι συγκεντρωμένοι παραμένουν όλη τη νύχτα για συμπαράσταση στους φοιτητές της κατάληψης του Πολυτεχνείου. Ο κόσμος φέρνει τρόφιμα, φάρμακα κλπ.

Ποίημα (Μας ξάφνιασε η νύχτα)

Το πρωί διασχίζαμε τους δρόμους
με τα σχολικά μας βιβλία.

Τη νύχτα συνεχίζαμε τη ζωή της ημέρας,
Φυλάγοντας τον ήλιο. Οι φοιτήτριες
χόρευαν και τραγουδούσαν.

Έτσι, μας χαρακτήρισαν συνωμότες.

Στο μεγάλο σχολείο μάς ξάφνιασε η νύχτα
με τόσους βαριά τραυματισμένους γύρω μας.
Χωρίς γάζες, οξυγόνο,
χωρίς φάρμακα, γιατρό, ασθενοφόρα.

Μια ριπή πολυβόλου τραυματίζει το φως.

Στα υπνοδωμάτια των παιδικών μας χρόνων
με το εικόνισμα της Παναγιάς
ποιός ονειρεύεται ειρηνικές παρελάσεις;

Μας κυνηγούσαν στα ερημικά πάρκα και τις παρόδους,
γιατί -λέει- θα καίγαμε την πόλη
με τον ήλιο που κρύβαμε.

Σε διάστημα λίγων ωρών έγιναν όλα όσα θα χρειάζονταν μία βδομάδα για να χωρέσουν άνετα με κανονική εξέλιξη των γεγονότων.

Στη Συντονιστική Επιτροπή εκτός από τους φοιτητές συμμετέχουν και δυο εργάτες. Βγάζουν ανακοινώσεις στις οποίες αναφέρουν πως ο αγώνας είναι αντιφασιστικός και αντιιμπεριαλιστικός.

Λειτουργεί νέος ισχυρότερος πομπός, που τώρα ακούγεται σ’ όλη την Αττική.

Υπερηφάνεια και συγκίνηση διακατέχει όλους τους Έλληνες που τ’ ακούνε:

Ηχητικό Ντοκουμέντο (Εδώ Πολυτεχνείο Διακήρυξη Συντονιστικής Επιτροπής)


Σε Θεσσαλονίκη και Πάτρα οι φοιτητές καταλαμβάνουν τα πανεπιστημιακά κτίρια. Οι αγρότες από τα Μέγαρα ξεκινούν με τα πόδια για την Αθήνα. Στο Αιγάλεω γίνονται επαναστατικές εκδηλώσεις και ακολουθούν παρόμοιες στις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά. Όλη η Ελλάδα συμπαρίσταται στους ελεύθερους αγωνιζόμενους φοιτητές.

16 Νοέμβρη 1973

Πάνω από 150.000 άνθρωποι είναι γύρω από το Πολυτεχνείο και βροντοφωνάζουν με τους ελεύθερους φοιτητές  «Κάτω η χούντα, η χούντα θα πέσει απ’ τον λαό».

Στις 9 το πρωί στήνονται τα πρώτα οδοφράγματα και σχηματίζονται δύο μεγάλες διαδηλώσεις στην Πανεπιστημίου και στη Σταδίου.

Ώρα 7 και μισή μ.μ.

Ο δικτάτορας δίνει διαταγή να χτυπηθεί πρώτα η λαοθάλασσα, που είναι γύρω από το Πολυτεχνείο. Δακρυγόνα πέφτουν συνεχώς και κάνουν αφόρητη την ατμόσφαιρα. Οι πιο παλιοί θυμούνται τον πόλεμο. Κλείνονται στα σπίτια τους. Οι πιο νέοι σφίγγουν το στόμα με πείσμα: «φασίστες» λένε, ή κάτι τέτοιο παρόμοιο, και φτύνουν μολύβι λιωμένο.

Ώρα 9:45 μ.μ.

Δάκρυα και κρατημένη αναπνοή για να μην εισπνέουν δηλητήριο. Νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια δεν τραγουδάνε, αλλά το τραγούδι το μαντεύεις ανάμεσα στα σφιγμένα δόντια. Χαφιέδες και δακρυγόνα.

Τα πρόσωπα των παιδιών έχουν καπνό και δάκρυα. Δεν υπάρχει χώρος για να περάσεις ανάμεσα σε τόσα δάκρυα. Δεν υπάρχει χρόνος για να σκεφτείς, ανάμεσα σε τόσα καπνισμένα πρόσωπα που έχουν άξαφνα γεράσει.

Ο λαός ανάβει φωτιές. Τώρα σφυρίζουν σφαίρες και οι πρώτοι νεκροί πέφτουν μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο. Ο λαός στήνει οδοφράγματα, δεν υποχωρεί, παλεύει άοπλος, παραμένει στη θέση του.

Ώρα 12 τη νύχτα

Μπαίνει στην Αθήνα ο στρατός με τα τανκς και καταλαμβάνει επίκαιρες θέσεις.

Ποίημα (στον Διομήδη Κομνηνό)

“Μεταξύ των φονευθέντων , είναι ο
Διομήδης Κομνηνός, ετών 17, με
βεβαρυμένο παρελθόν”.

Εφημερίδες – από επίσημη ανακοίνωση
Βεβαίως, είχε βεβαρυμένο παρελθόν ο Διομήδης.

Πέντε χρονών, στους ώμους του πατέρα του
φώναζε για λευτεριά στην Κύπρο.

Δέκα χρονών, ξυπόλυτος,
με μια φέτα ψωμί στην τσέπη,
βάδιζε στην πορεία της ειρήνης.

Στα δώδεκα ζητούσε δημοκρατία.

Στα δέκα επτά μ’ ένα πλακάτ στο χέρι:
ψωμί – παιδεία – ελευθερία.

Ώρα 00:55

Τα παιδιά μιλάνε για τις μέρες που θα ’ρθουνε. Δεν λένε ακριβώς «οι μέρες που θα ’ρθουνε». Δεν πρόφτασαν να το πουν έτσι. Λένε «χρειαζόμαστε γιατρούς». Λένε «χρειαζόμαστε φάρμακα». Λένε «ο αέρας βαραίνει». Λένε «πνιγόμαστε». Λένε «χρειαζόμαστε μάσκες αντιασφυξιογόνες». Λένε «έχουμε ανάγκη από οξυγόνο». Λένε «είμαστε χιλιάδες». Που σημαίνει «ζωντανοί».

Τα τανκς κατευθύνονται μέσα στη νύχτα με προορισμό τον χώρο συγκεντρώσεως των φοιτητών. Με προορισμό το τραγούδι. Με προορισμό να πολτοποιήσουν το τραγούδι. Να εξουδετερώσουν το τραγούδι. Να το ξεκολλήσουν απ’ τους τοίχους. Να το σκοτώσουν στα τρία βήματα επί τόπου.

17 Νοέμβρη 1973

Ώρα 2 πρωινή

Τα τανκς πλησιάζουν το Πολυτεχνείο.

Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα για τα τανκς. Για κανέναν τέτοιο φρικαλέο ήχο δεν υπάρχει πρόβλημα. Χωράει παντού. Κι αν δεν χωρέσει, πάντα υπάρχει τρόπος να εξουδετερώσει τους όγκους και να τους εξαφανίσει με την εμφάνισή του.

Ένα, δύο, τρία, πέντε, αμέτρητα τανκς. Όγκοι, και καταπάνω στο τραγούδι. Το τραγούδι γίνεται πανικός. Μεταβάλλεται σε πανικό, όπως μεταβάλλονται μέσα σε μια νύχτα τα τραγούδια σε μοιρολόγια και τ’ ανάποδο. Οι άνθρωποι τρέχουν στις πόρτες των σπιτιών, τις ανοίγουν, μπαίνουν. Δεν τους χωράει η νύχτα και η καρδιά τους.

«Αδέλφια μας στρατιώτες, είμαστε άοπλοι, είμαστε αδέλφια, μη μας χτυπήσετε, ελάτε μαζί μας»…

φωνάζουν οι φοιτητές, και ο Ραδιοφωνικός Σταθμός  καταγγέλλει στον Ελληνικό λαό την ανίερη πράξη του δικτάτορα.

Τα παιδιά στον περίβολο τραγουδάνε. Το μεγάφωνο πολλαπλασιάζει σε χιλιάδες φράσεις τη μια και μοναδική φράση: ΔΕΝ ΘΑ ΧΤΥΠΗΣΟΥΝΕ!

Ηχητικό Ντοκουμέντο: Αδέλφια μας στρατιώτες


Ποίημα (Χαρμόσυνο γεγονός)

«Αυτή τη στιγμή. Έλληνες, αυτή τη στιγμή,

στην πόρτα μας σταμάτησε ένα τανκ!

Ο λοχαγός σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτησε!

Αυτή τη στιγμή, Έλληνες, αυτή τη στιγμή,

Ο στρατός είναι δικός μας»

δε θα μας χτυπήσουν!

Αυτή τη στιγμή σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτησε

ένας λοχαγός. Δε θα μας χτυπήσουν!

Μόνο το σίδερο είναι δικό τους,

οι καρδιές είναι δικές μας. Δε θα μας χτυπήσουν.

Αυτή τη στιγμή,

αδελφώνονται στους δρόμους

πολίτες και φαντάροι,

Δε θα μας χτυπήσουν!»

 …ένα άλλο χέρι σηκώθηκε

και διέταξε «πυρ!»…

Ώρα 3 πρωινή

Ένα τανκ γκρεμίζει τη σιδερένια πόρτα τού Πολυτεχνείου κι ας είναι στα κιγκλιδώματα φοιτητές. Ρίχνονται ριπές. Στρατός και αστυνομικοί μπαίνουν στο προαύλιο. Οι φοιτητές προσπαθούν να φύγουν, αλλά δέχονται άγριες επιθέσεις. Πολλοί φαντάροι προστατεύουν και βοηθούν τους φοιτητές να φύγουν, αλλά τους κυνηγούν οι αστυνομικοί. Πολλοί συλλαμβάνονται και οδηγούνται στην Ε.Σ.Α όπου βασανίζονται φρικτά.


Οι οδομαχίες συνεχίζονται γύρω από το Πολυτεχνείο μέχρι το πρωί.


Ώρα 11 π.μ.

Επαναφέρεται στρατιωτικός νόμος.

Το Πολυτεχνείο στάθηκε  η αρχή για το τέλος τους.

Ο νέος δικτάτορας ανοίγει τον δρόμο για τη διχοτόμηση της Κύπρου.

Ο ξεσηκωμός του λαού και το εθνικό έγκλημα γκρεμίζουν τη δικτατορία και ξαναγυρίζει η Λευτεριά και η Δημοκρατία.

Η οργή του λαού ενάντια στους φασίστες φάνηκε με τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου. Εκεί τα αδούλωτα νιάτα- φοιτητές και μαθητές- ενώθηκαν με τον λαό και ύψωσαν το κορμί και την ψυχή τους απέναντι στα τανκ για τη Λευτεριά, τη Δημοκρατία και για την Εθνική Ανεξαρτησία.

Ποίημα (Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος) του Τ. Λειβαδίτη

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκαιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις,

τα χείλια σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
Και πρόσεξε : μην ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς,
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω από τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό,
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου,
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου,
την αγαπημένη ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλα τα όνειρα,
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι
ή και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή, θα συνεχίσεις τον δρόμο σου πάνω στη γη .
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά σου,
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο,
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό
γράμμα στη μάνα σου
Θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ’ αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη : Ειρήνη,
σα να ’γραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξι ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ’ ολάκαιρο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που
τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Επίλογος

Ας σταθούμε κι εμείς μπροστά στο Πολυτεχνείο, ταπεινοί προσκυνητές, κι ας προσευχηθούμε ν΄ απαλύνουν οι ψυχές όλων μας. Και η μνήμη να διδάξει σ΄ όλους πόσο μεγάλο είναι το αγαθό της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της ανθρωπιάς.

Print Friendly, PDF & Email